Θα σας διηγηθώ πώς έγραψα το πρώτο μου τραγούδι για παιδιά.
Δύο μέρες πριν είχα παρακολουθήσει το πρώτο σεμινάριο συγγραφής τραγουδιού με τον Stefan Feiks, που έμελλε να γίνουμε φίλοι. Μέχρι τότε είχα γράψει δύο τραγούδια και τρία ορχηστρικά. Δυσκολευόμουν πολύ στο να σκεφτώ στίχους. Ο Stefan μού έδωσε κάποιες ιδέες για το πώς να χτίζω στίχους χρησιμοποιώντας ομοιοκαταληξίες και απενοχοποίησε το δανεισμό ιδεών από έργα άλλων καλλιτεχνών.
Κάποια στιγμή είπα στον εαυτό μου: «Τώρα θα γράψω ένα πολύ ωραίο τραγούδι». Δε μου ερχόταν όμως η έμπνευση για να το γράψω. Τότε άρχισα να θέτω πιο συγκεκριμένους στόχους: «Ας γράψω ένα παιδικό τραγούδι». Σημειωτέον ότι τότε είχα δύο παιδιά σε ηλικίες 23 και 3 μηνών. Επειδή, απ‘ ότι ξέρω, στα μικρά παιδιά αρέσουν οι ιστορίες με ζώα, σκέφτηκα να γράψω ένα τραγούδι με ζώο και διάλεξα το λαγό. Τότε μου ήρθε ως έμπνευση η ομοιοκαταληξία λαγός – κυνηγός, πάνω στην οποία έφτιαξα τους στίχους του τραγουδιού.
Είμαι ο γρήγορος λαγός.
Με κυνηγάει ο κυνηγός.
Τρέχω, τρέχω να γλιτώσω,
τα αυτάκια μου να σώσω.
Είμαι ο γενναίος κυνηγός.
Πού κρύφτηκε εκείνος ο λαγός;
να τον πιάσω, να τον ψήσω,
τα παιδιά μου να ταΐσω.
Πιο κάτω είν’ ο λύκος και ουρλιάζει.
Τον ακούει ο κυνηγός και πώς τρομάζει!
Τρέχει, τρέχει ο λαγός,
τρέχει και ο κυνηγός.
Η ιστορία του τραγουδιού δεν έχει απαραίτητα κάποιον καλό ή κάποιον κακό. Ο καθένας έχει δίκιο απ’ τη σκοπιά του. Και ο κυνηγός στο κάτω-κάτω τα παιδιά του θέλει να ταΐσει. Βέβαια υπάρχουν κι άλλοι τρόποι, εκτός από το να σκοτώσει κάποιο λαγό. Τα μικρά παιδιά που ακούν ή τραγουδούν αυτούς τους στίχους, υπέθεσα ότι μάλλον θα χαίρονται που ο λαγός της ιστορίας μας μάλλον θα τη γλιτώσει. Γιατί τα παιδιά στις μικρές ηλικίες είναι κι αυτά αδύναμα και (χωρίς τους γονείς τους) ανυπεράσπιστα πλάσματα σαν το λαγό.
Η σύνθεση της μουσικής ήταν προϊόν σκέψης και δανεισμού ιδεών. Επέλεξα ένα γρήγορο ρυθμό (χασαποσέρβικο) ώστε να ταιριάζει στην τρεχάλα. Οι συγχορδίες είναι ως επί το πλείστον ματζόρε, ώστε να δώσω συνολικά μια εύθυμη διάθεση. Στον πρώτο στίχο χρησιμοποίησα μια πολύ συνηθισμένη διαδοχή συγχορδιών, από μι+ σε σι+ και πάλι σε μι+ (τονική – δεσπόζουσα – τονική). Με βάση αυτές τις συγχορδίες προέκυψε αυθόρμητα και μια απλή μελωδία. Στο δεύτερο στίχο, στη λέξη «κυνηγός» θέλησα να βάλω μια συγχορδία μινόρε. Δοκίμασα δύο εκδοχές. Στην πρώτη εκδοχή επανέλαβα τη μελωδία του πρώτου στίχου με μία διαφορά: αντί να κλείσω πάλι σε μι+ (τονική) έβαλα ντο#- (επιδεσπόζουσα). Στη δεύτερη εκδοχή δοκίμασα φα#- (επιτονική), την οποία εισήγαγα με ντο#+ (παρενθετική δεσπόζουσα). Η δεύτερη εκδοχή μου άρεσε και την κράτησα χωρίς να δοκίμασω τρίτη. Στον τρίτο και τέταρτο στίχο «δανείστηκα» και παράλλαξα μια μελωδία που μου είχε αποτυπωθεί στη μνήμη από τα παιδικά μου χρόνια από το τραγούδι «Το μπαστάρδικο σκυλί» του Γιώργου Μενέλαου Μαρίνου και το δίσκο «Καραμελοχώρα»: «Το ‘να ήταν ράτσας πρώτης, τ’ άλλο ήταν κοπρίτης βέρος, μα και στο ΄να και στο άλλο η καρδιά στο ίδιο μέρος». (Το τραγούδι αρχίζει στα 7:27).
Η δεύτερη στροφή στο τραγούδι μου είναι ένα ημιτόνιο ψηλότερα από την πρώτη και η τρίτη επίσης ένα ημιτόνιο υψηλότερα από τη δεύτερη. Έτσι θέλησα να εκφράσω μουσικά την αλλαγή της οπτικής γωνίας και του αφηγητή από στροφή σε στροφή. Στην πρώτη στροφή παρουσιάζω την πλοκή της ιστορίας από την οπτική γωνία του κυνηγημένου λαγού, στη δεύτερη από την όψη του κυνηγού και στην τρίτη με τη ματιά ενός τρίτου παρατηρητή.
Το ανέβασμα της τονικότητας από στροφή σε στροφή είναι μια τεχνική που έχουν εφαρμόσει κι άλλοι συνθέτες πριν από εμένα. Πολύ γνωστό παράδειγμα στην ελληνική μουσική είναι το «Ένα μαχαίρι» σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου και ποίηση του Νίκου Καββαδία. Με την τεχνική αυτή ανεβαίνει η ένταση της αφήγησης.
Επίσης γνωστό παράδειγμα είναι το τραγούδι «Ουγκάγκα μπουμ μπουμ» σε μουσική του Γιώργου Κριμιζάκη και στίχους των Γιάννη Κακουλίδη και Χάρρυ Κλυνν. Στο τραγούδι αυτό το ανέβασμα της τονικότητας υποδηλώνει ότι το επεισόδιο που διαδραματίζεται σε κάθε στροφή συμβαίνει σε αυξανόμενη ηλικία του αφηγητή.
Κάποια στερεότυπα σε σχέση με το ρόλο της έμπνευσης για την καλλιτεχνική δημιουργία θέλουν τον καλλιτέχνη λίγο-πολύ να συλλαμβάνει σε ανύποπτο χρόνο μια ιδέα από το υπερπέραν, η οποία αποκαλύπτει στη σκέψη του ένα πρωτότυπο έργο, λίγο-πολύ ολοκληρωμένο. Όσον αφορά το συγκεκριμένο τραγούδι μπορώ να πω ότι έμπνευση ήταν οι δύο ομοιοκατάληκτες λέξεις «λαγός» και «κυνηγός». Όλο το υπόλοιπο τραγούδι ήταν κατοπινό προϊόν σκέψης.
Ακούστε εδώ το τραγούδι μου:
Την παρτιτούρα μπορείτε να τη βρείτε εδώ.